05 Δεκ 2018

Όσα πρέπει να γνωρίζετε για τους φορολογικούς ελέγχους

Η Φορολογική Διοίκηση όταν διενεργεί φορολογικό έλεγχο από το γραφείο της, αξιοποιεί κάθε στοιχείο που έχει στην κατοχή της όπως οικονομικές καταστάσεις, δηλώσεις και λοιπά στοιχεία που υποβάλλει ο φορολογούμενος καθώς και οποιοδήποτε έγγραφο ή πληροφορία περιήλθε από τρίτους.

Με βάση το άρθρο 1 της ΠΟΛ. 1050/2014, η Φορολογική Διοίκηση αξιοποιεί τα στοιχεία, τις πληροφορίες και τα δεδομένα για έσοδα κάθε πηγής και τις πραγματοποιηθείσες δαπάνες πάσης φύσεως που διαθέτει ή συγκεντρώνει για τον ίδιο τον φορολογούμενο, τον/την σύζυγο του και τα προστατευόμενα μέλη αυτών.

Σύμφωνα με το άρθρο 23 της ΔΕΛ Α 1069048/2.5.2014, η Φορολογική Διοίκηση στις περιπτώσεις που διενεργεί φορολογικό έλεγχο από το γραφείο της, αξιοποιεί κάθε στοιχείο που έχει στην κατοχή της όπως οικονομικές καταστάσεις, δηλώσεις και λοιπά στοιχεία που υποβάλλει ο φορολογούμενος καθώς και οποιοδήποτε έγγραφο ή πληροφορία περιήλθε από τρίτους. Τέτοιες πληροφορίες μπορεί να προέρχονται από διάφορες λίστες, όπως η λίστα μεγαλοκαταθετών, η λίστα Lagarde, η λίστα εμβασμάτων, η λίστα Μπόργιανς, panama papers, καθώς και από αναφορές από την Οικονομική Αστυνομία και πληροφοριακά δελτία από άλλους ελέγχους.

Πηγή πληροφοριών μπορεί να είναι και οι Τράπεζες. Ειδικότερα, οι τελευταίες είναι υποχρεωμένες να ελέγχουν τον κίνδυνο φοροδιαφυγής πελατών τους με βάση τα εξής κριτήρια:

• Συναλλαγές που ξεπερνούν τις εκατό χιλιάδες ευρώ (100.000€).

• Απροθυμία προσκόμισης του εκκαθαριστικού εκ μέρους του πελάτη.

• Δυσανάλογα πολυτελής τρόπος διαβίωσης σε σχέση με τα εισοδήματά του.

• Πραγματοποίηση συναλλαγών δυσανάλογων με τη φορολογική του δήλωση ή με τις επαγγελματικές δραστηριότητες του πελάτη.

• Εμφάνιση εισοδημάτων, κατά την αίτηση λήψης δανείου, τα οποία δεν προκύπτουν από τη φορολογική του δήλωση.

Παρουσίαση ικανότητας αποπληρωμής δανείου ή πραγματοποίηση δωρεών που δεν δικαιολογούνται από τα δηλωθέντα εισοδήματα.

• Συχνές συναλλαγές ή συναλλαγές μεγάλου ύψους που αφορούν προϊόντα ευάλωτα σε απάτη ΦΠΑ, όπως υπολογιστές, ηλεκτρονικός εξοπλισμός, κινητή τηλεφωνία, λευκές συσκευές και άλλα.

• Μεταφορά κεφαλαίων σε λογαριασμούς εξωχώριων εταιρειών.

Σύμφωνα με την νομοθεσία περί Νομιμοποίησης Εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, ο κατάλογος των συναλλαγών για τις οποίες οι τράπεζες οφείλουν να δείχνουν «αυξημένη δέουσα επιμέλεια» και να αναφέρονται στις φορολογικές και εισαγγελικές αρχές είναι μακρύς και επεκτείνεται σε μια σειρά κινήσεων, όπως η κατάθεση ή ανάληψη συστηματικά ποσών, τα οποία είναι χαμηλότερα από το εκάστοτε όριο που απαιτείται για την εφαρμογή της διαδικασίας πιστοποίησης του πελάτη, δηλαδή τις δεκαπέντε χιλιάδες ευρώ (15.000€) – είτε σε μία είτε σε πολλές πράξεις, η επαναδραστηριοποίηση αδρανούς λογαριασμού φυσικού προσώπου μετά από πολύ καιρό ή εταιρειών μετά από μακρά περίοδο αδράνειας, το άνοιγμα λογαριασμών που δεν εμφανίζουν κίνηση ανάλογα με το οικονομικό προφίλ του πελάτη και χρησιμοποιούνται μόνο για μεταφορές κεφαλαίων, η αγορά ή πώληση τίτλων χωρίς προφανή οικονομικό σκοπό και καταλήγει σε συστηματική ζημία του επενδυτή.

Ενδεικτικά, βάσει της ΠΟΛ. 1072/2011, ο έλεγχος διενεργείται κατά προτεραιότητα στις εξής υποθέσεις:

Όταν υπάρχουν ουσιαστικές παραβάσεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων ή δελτία πληροφοριών ή άλλα στοιχεία για φοροδιαφυγή.

Όταν δεν υποβλήθηκαν δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, ΦΠΑ ή άλλων φορολογικών αντικειμένων.

Όταν υπάρχουν κατασχεθέντα βιβλία και στοιχεία ή φορολογικές ταμειακές μηχανές ή φορολογικοί μηχανισμοί.

Όταν τα καθαρά κέρδη δεν προσδιορίστηκαν κατά τις κείμενες διατάξεις ή δεν εφαρμόσθηκε ο προβλεπόμενος συντελεστής καθαρών κερδών, εφόσον προβλέπεται ο εξωλογιστικός προσδιορισμός τους.

Όταν υπάρχει αδικαιολόγητη διαφορά μεταξύ στοιχείων των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος και δηλώσεων ΦΠΑ.

Ποσοστό 10% έως 20% των επιλεγομένων για έλεγχο υποθέσεων επιλέγεται από τυχαίο δείγμα, χωρίς να συντρέχουν τα ανωτέρω κριτήρια.

05 Δεκ 2018

Ποια ζευγάρια συμφέρει το… φορολογικό διαζύγιο

Ανοίγει ο δρόμος για χωριστές φορολογικές δηλώσεις από συζύγους. Η διαδικασία, τα τεκμήρια, οι αποδείξεις και το ζήτημα των παιδιών. Η απόφαση του ΣτΕ και τι ισχύει τώρα. Τα υπέρ και τα κατά για το ζευγάρι που θα επιλέξει τον… διαχωρισμό.

Στα εκκαθαριστικά των φορολογικών δηλώσεων, ο διαχωρισμός εισοδημάτων και φορολογικών υποχρεώσεων είναι ήδη ξεκάθαρος. Τα εισοδήματά σου, τα εισοδήματά μου, ο φόρος σου, ο φόρος μου, αλλά στο τέλος, το ποσό της οφειλής ή της επιστροφής φόρου είναι ένα. Και εκεί αρχίζει για πολλά ζευγάρια η γκρίνια.

Αυτό και άλλα προβλήματα τα οποία μπορεί να απορρέουν από οφειλή του ενός «μέρους» του γάμου ή του συμφώνου συμβίωσης και η οποία μπλοκάρει, για παράδειγμα, τη φορολογική ενημερότητα του έτερου, έρχεται να επιλύσει μια απλή διάταξη νόμου, η οποία ενσωματώθηκε στο πολυνομοσχέδιο το οποίο κατατέθηκε χθες στη Βουλή.

Με μια απλή δήλωση ενός εκ των δύο συζύγων στην εφορία έως τις 28 Φεβρουαρίου του 2019, τα ζευγάρια αποκτούν τη δυνατότητα να υποβάλλουν χωριστές φορολογικές δηλώσεις, χάνοντας όμως άλλα πλεονεκτήματα της κοινής δήλωσης, όπως για παράδειγμα τη δυνατότητα να καλύψει ο ένας «κενά» στα τεκμήρια του άλλου.

Η διαδικασία
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, η φορολογική δήλωση δύναται να υποβάλλεται χωριστά, εφόσον ένας τουλάχιστον εκ των συζύγων το επιλέξει, με ανέκκλητη δήλωσή του για κάθε φορολογικό έτος μέχρι την 28η Φεβρουαρίου του έτους υποβολής της δήλωσης. Η επιλογή αυτή είναι δεσμευτική ως προς το φορολογικό έτος που αφορά και για τον άλλο σύζυγο. Οι διατάξεις περί χωριστών δηλώσεων συζύγων ισχύουν για δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2018 και επόμενων. Πρακτικά, αν «συμφέρει», μπορείτε να χωρίσετε φορολογικά τις δηλώσεις σας το 2019 και το 2020, για παράδειγμα, να τις ενώσετε ξανά.

Οι νέες διατάξεις έρχονται μετά από πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, που έκρινε ότι τα ζευγάρια έχουν τη δυνατότητα να υποβάλλουν ξεχωριστή δήλωση φορολογίας εισοδήματος και να εκδοθεί ξεχωριστό εκκαθαριστικό για τον καθένα.

Σήμερα ο νόμος επιτρέπει την υποβολή χωριστών δηλώσεων στους συζύγους μόνο σε τρεις περιπτώσεις:

1. Αν έχει επέλθει διακοπή της έγγαμης συμβίωση ή λύση του συμβολαίου συμβίωσης.

2. Ένας από τους δύο συζύγους είναι σε κατάσταση πτώχευσης.

3. Ένας από τους δύο συζύγους έχει υποβληθεί σε δικαστική συμπαράσταση.

Ποιος «παίρνει» τα παιδιά
Κατά το έτος υποβολής χωριστής δήλωσης των συζύγων, το εισόδημα των ανήλικων τέκνων προστίθεται στα εισοδήματα του γονέα που έχει το μεγαλύτερο συνολικό εισόδημα και φορολογείται στο όνομά του. Αν οι γονείς έχουν ίσο ποσό συνολικού εισοδήματος, το εισόδημα του ανήλικου τέκνου προστίθεται στο εισόδημα του πατέρα και φορολογείται στο όνομά του. Σε περίπτωση που ένας των γονέων έχει τη γονική μέριμνα, το εισόδημα του ανήλικου τέκνου προστίθεται στα εισοδήματα του γονέα αυτού. Η ρύθμιση αυτή ισχύει και για τα μέρη του συμφώνου συμβίωσης.

Τα τεκμήρια
Σε περίπτωση χωριστών δηλώσεων συζύγων, το ποσό της δαπάνης που μπορεί να εκπέσει για τον προσδιορισμό του προς ανάλωση κεφαλαίου δεν μπορεί να είναι κατώτερο των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ για κάθε σύζυγο [με το καθεστώς της κοινής δήλωσης, δεν μπορεί να είναι κατώτερο των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ προκειμένου για συζύγους].

Τα υπέρ
Το βασικότερο πλεονέκτημα των χωριστών φορολογικών δηλώσεων είναι οι «καθαροί λογαριασμοί». Το εκκαθαριστικό το οποίο εκδίδεται είναι ξεχωριστό για τον καθένα, ο κάθε σύζυγος πληρώνει τον φόρο που του αναλογεί και εισπράττει την επιστροφή φόρου που δικαιούται, χωρίς να γίνεται συμψηφισμός της επιστροφής με τυχόν οφειλή του άλλου συζύγου. Και σήμερα μπορεί να γίνει διαχωρισμός της οφειλής, μετά όμως από αίτηση στην Εφορία. Τα χωριστά εκκαθαριστικά διασφαλίζουν τη φορολογική ενημερότητα του συζύγου που δεν χρωστά. Σήμερα, εάν ένας από τους δύο συζύγους έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές, ο άλλος δεν μπορεί να λάβει φορολογική ενημερότητα, αν δεν ρυθμιστεί η οφειλή του συζύγου.

Τα κατά
Φοροτεχνικοί επισημαίνουν ότι η κοινή φορολογική δήλωση συμφέρει κυρίως ζευγάρια τα οποία αντιμετωπίζουν ζήτημα κάλυψης τεκμηρίων ή εκείνους οι οποίοι δυσκολεύονται να συγκεντρώσουν το απαιτούμενο ποσό ηλεκτρονικών πληρωμών για την κάλυψη του αφορολόγητου. Το δεύτερο ενδεχόμενο με τα σημερινά δεδομένα είναι σχετικά απίθανο, καθώς τα απαιτούμενα όρια e-πληρωμών καλύπτονται σχετικά εύκολα αλλά στην περίπτωση όπου τα όρια αυξηθούν (ενδεχόμενο πιθανό), οι απαιτήσεις μπορεί να καλύπτονται με δυσκολία.

Ειδικότερα στην περίπτωση των τεκμηρίων, εάν ένας σύζυγος πιάνεται στην «τσιμπίδα» τους, μπορεί ο έτερος να συνδράμει για να καλύψει με τα εισοδήματά του τη διαφορά που προκύπτει και να μην επιβαρυνθεί ο άλλος. Το ίδιο ισχύει και με τις δαπάνες που πραγματοποιούνται με πλαστικό χρήμα, οι οποίες εξασφαλίζουν το αφορολόγητο όριο εισοδήματος.

Οι ισχύουσες διατάξεις ορίζουν ότι εάν καλύπτεται το απαιτούμενο ποσό δαπανών από οποιονδήποτε εκ των δύο συζύγων, το τυχόν πλεονάζον ποσό κατά την εκκαθάριση μεταφέρεται στον άλλο σύζυγο για τυχόν κάλυψη του ελάχιστα απαιτούμενου ποσού δαπανών του.