Πώς μπορούν να μπλέξουν χωρίς λόγο ανυποψίαστοι καταθέτες και υπάλληλοι τραπεζών λόγω των αυστηρών διατάξεων του Ν. 4557/2018
τη μαύρη λίστα των υπόπτων για της διακίνηση «μαύρου χρήματος» μπαίνουν αυτομάτως όσοι δεν επικαιροποιούν τα προσωπικά τους στοιχεία στις τράπεζες.
Η συγκεκριμένη παράλειψη από καταθέτες τους κατατάσσει αυτομάτως στη λίστα των υπόπτων για τη διακίνηση μαύρου χρήματος, σε συνδυασμό βέβαια και με άλλες κινήσεις ή συμπεριφορές.
Οι καταθέτες λαμβάνουν μηνύματα από τις τράπεζες ότι οφείλουν να επικαιροποιήσουν τα στοιχεία τους υπό την απειλή ότι μπορεί ακόμη και να τερματιστεί η συναλλακτική τους σχέση με την τράπεζα αν δεν προσκομίσουν τα ενημερωμένα στοιχεία.
«Αν προσκομίσετε τα δικαιολογητικά που σας ζητάμε θα μπορείτε να συνεχίσετε να κάνετε τις συναλλαγές σας εύκολα και γρήγορα», αναφέρουν οι προειδοποιήσεις. Οι πιέσεις των τραπεζών προς τους πελάτες τους είναι αφόρητες μετά και τις αυστηρότερες διατάξεις του Ν. 4557/2018.
Επίσης, αν ο πελάτης δεν ανταποκριθεί, και ο υπάλληλος της τράπεζας, δεν τον βάλει στη «μαύρη λίστα», αν αποδειχτεί στην πορεία, ότι ο πελάτης έχει εμπλοκή σε ύποπτη υπόθεση, τότε μπλέκει και ο υπάλληλος.
Τα στοιχεία που καλούνται να προσκομίσουν οι πελάτες των τραπεζών είναι:
- Έγγραφα ταυτοποίησης (δελτίο ταυτότητας, διαβατήριο ή ταυτότητα υπηρετούντων στα σώματα ασφαλείας και στις ένοπλες δυνάμεις.
- Αποδεικτικά εισοδήματος και βεβαίωση αριθμού φορολογικού μητρώου (εκκαθαριστικό σημείωμα φορολογίας εισοδήματος, για φυσικά πρόσωπα, δήλωση φορολογίας εισοδήματος, συμπεριλαμβανομένης της επιβεβαίωσης υποβολής της και του σημειώματος πληρωμής φόρου, για νομικά πρόσωπα και επιτηδευματίες, ή βεβαίωση περί μη υποχρέωσης υποβολής φορολογικής δήλωσης).
- Έγγραφα για τη διεύθυνση κατοικίας (συνήθως ζητείται πρόσφατος λογαριασμός Οργανισμού Κοινής Ωφελείας, ωστόσο ο πελάτης μπορεί να προσκομίσει και μισθωτήριο συμβόλαιο κατοικίας ή επαγγελματικής στέγης που έχει κατατεθεί σε ΔΟΥ).
- Αποδεικτικά ασκούμενου επαγγέλματος και διεύθυνσης (βεβαίωση εργοδότη, ένα αντίγραφο τελευταίας μισθοδοσίας, ενώ «επιλέξιμη» είναι και η δήλωση έναρξης επιτηδεύματος, η επαγγελματική ταυτότητα ή ένα παραστατικό φορέα κοινωνικής ασφάλισης- σε αλλοδαπούς ζητείται ισχύουσα άδεια παραμονής).
Πώς μπλέκουν με το μαύρο χρήμα
Σύμφωνα με τις οδηγίες που εξέδωσε η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, οι υπάλληλοι των τραπεζών οφείλουν να επιδεικνύουν «μέτρα συνήθους δέουσας επιμέλειας» ως προς τον πελάτη, τα οποία περιλαμβάνουν, τα ακόλουθα:
- Την εξακρίβωση και επαλήθευση της ταυτότητας του πελάτη, πριν από τη σύναψη της επιχειρηματικής σχέσης ή τη διενέργεια της συναλλαγής, βάσει εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών από αξιόπιστη και ανεξάρτητη πηγή. Όταν ο πελάτης ενεργεί μέσω εξουσιοδοτημένου προσώπου, το υπόχρεο πρόσωπο εφαρμόζει την ίδια υποχρέωση και για το πρόσωπο αυτό.
- Την εξακρίβωση της ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου, πριν από τη σύναψη της επιχειρηματικής σχέσης ή τη διενέργεια της συναλλαγής, την επικαιροποίηση των στοιχείων και τη λήψη εύλογων μέτρων για την επαλήθευση αυτών, ώστε να διασφαλίζεται ότι το υπόχρεο πρόσωπο γνωρίζει τον πραγματικό δικαιούχο. Όσον αφορά τα νομικά πρόσωπα, τα καταπιστεύματα ή άλλα νομικά μορφώματα, λαμβάνονται εύλογα μέτρα για να γίνει γνωστή η διάρθρωση του καθεστώτος ιδιοκτησίας και ελέγχου του πελάτη. Η εξακρίβωση και ο έλεγχος της ταυτότητας των πραγματικών δικαιούχων θα πρέπει, κατά περίπτωση, να επεκτείνεται σε νομικές οντότητες που κατέχουν άλλες νομικές οντότητες και τα υπόχρεα πρόσωπα θα πρέπει να αναζητούν το ή τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία τελικά ασκούν έλεγχο μέσω ιδιοκτησίας ή με άλλα μέσα της νομικής οντότητας-πελάτη.
- Την αξιολόγηση και ανάλογα με την περίπτωση τη συλλογή πληροφοριών για το αντικείμενο και τον σκοπό της επιχειρηματικής σχέσης.
- Την άσκηση συνεχούς εποπτείας όσον αφορά την επιχειρηματική σχέση, με ενδελεχή εξέταση των συναλλαγών που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια αυτής, προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι συναλλαγές ή δραστηριότητες συνάδουν με τις γνώσεις που έχουν τα υπόχρεα πρόσωπα σχετικά με τον πελάτη, τις επαγγελματικές δραστηριότητες και το προφίλ κινδύνου του, καθώς και, εφόσον απαιτείται, την προέλευση των κεφαλαίων. Στο πλαίσιο της άσκησης συνεχούς εποπτείας τα υπόχρεα πρόσωπα διασφαλίζουν την τήρηση ενημερωμένων εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών.
- Ο βαθμός κινδύνου εξαρτάται μεταξύ άλλων από την επαγγελματική δραστηριότητα και το οικονομικό μέγεθος του πελάτη, τον σκοπό της επιχειρηματικής σχέσης, τον τύπο, την συχνότητα και αξία των διενεργούμενων συναλλαγών, καθώς και την αναμενόμενη προέλευση και τον προορισμό των κεφαλαίων. Παράλληλα, τα υπόχρεα πρόσωπα, πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξουν στις αρμόδιες αρχές ότι η έκταση των μέτρων είναι ανάλογη με τους κινδύνους διάπραξης αδικημάτων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και ότι εφαρμόζουν αυτά τα μέτρα με συνέπεια και αποτελεσματικότητα.
Η απλουστευμένη δέουσα επιμέλεια
Τα υπόχρεα πρόσωπα εφαρμόζουν μέτρα απλουστευμένης δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, αφού προηγουμένως συγκεντρώσουν επαρκείς πληροφορίες και βεβαιωθούν ότι μια επιχειρηματική σχέση ή συναλλαγή παρουσιάζει χαμηλότερο κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζονται τα μέτρα συνήθους δέουσας επιμέλειας που αναφέρονται ανωτέρω, προσαρμόζοντας ωστόσο κατάλληλα το ποσοτικό όριο, τον χρόνο ή τον τρόπο εφαρμογής τους.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα εφαρμογής απλουστευμένης δέουσας επιμέλειας είναι:
- Η επαλήθευση της ταυτότητας του πελάτη ή του πραγματικού δικαιούχου μετά τη σύναψη της επιχειρηματικής σχέσης και αφού οι συναλλαγές του πελάτη υπερβούν κάποιο εύλογο ποσοτικό όριο.
- Η μείωση της συχνότητας της επικαιροποίησης στοιχείων του οικονομικού προφίλ του πελάτη.
- Η μείωση του βαθμού παρακολούθησης της συναλλακτικής δραστηριότητας του πελάτη βάσει εύλογου ποσοτικού ορίου.
- Η μη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων για τον σκοπό της επιχειρηματικής σχέσης όταν αυτή τεκμαίρεται από τον τύπο των διεξαγόμενων συναλλαγών.
- Σημειώνεται ότι τα μέτρα απλουστευμένης δέουσας επιμέλειας αφορούν σε χαλάρωση συγκεκριμένων μέτρων δέουσας επιμέλειας, αλλά όχι στην πλήρη απαλοιφή κάποιου εξ αυτών.