14 Οκτ 2019

Αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις φέρνει η νέα κλίμακα φορολογίας

Αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις φέρνει η νέα κλίμακα φορολογίας

Aυξήσεις έως 37,50 ευρώ στα καθαρά ποσά μηνιαίων αποδοχών

Συνεπώς:

  • Η συνολική έκπτωση φόρου για κάθε μισθωτό και συνταξιούχο με 3 εξαρτώμενα τέκνα θα ανέρχεται σε 1.120 ευρώ. Η έκπτωση αυτή θα ισοδυναμεί με «έμμεσο» αφορολόγητο όριο εισοδήματος 11.000 ευρώ.
  • Η συνολική έκπτωση φόρου για κάθε μισθωτό και συνταξιούχο με 4 ή περισσότερα εξαρτώμενα τέκνα (5, 6, 7, 8 ή περισσότερα) θα ανέρχεται σε 1.340 ευρώ. Η έκπτωση αυτή θα αντιστοιχεί σε «έμμεσο» αφορολόγητο όριο εισοδήματος 12.000 ευρώ.

6) Σταδιακή αποκλιμάκωση της ισχύουσας κατά περίπτωση έκπτωσης φόρου κατά 20 ευρώ για κάθε 1.000 ευρώ εισοδήματος πάνω από το επίπεδο των 12.000 ευρώ.

7) Μείωση των φορολογικών συντελεστών που εφαρμόζονται στη φορολογική κλίμακα, πάνω από το επίπεδο ετησίου εισοδήματος των 20.000 ευρώ, κατά μία ποσοστιαία μονάδα.

Η νέα κλίμακα

Με τις παραπάνω αλλαγές η νέα κλίμακα φορολογίας εισοδήματος, η οποία θα ισχύσει από το 2020 για μισθωτούς και συνταξιούχους, θα έχει ως εξής:

α) συντελεστής φόρου 9% (αντί 22%) για το τμήμα του ετησίου εισοδήματος μέχρι τα 10.000 ευρώ,
β) συντελεστής φόρου 22% (όπως και σήμερα) για το τμήμα του ετησίου εισοδήματος από τα 10.000,01 έως τα 20.000 ευρώ,
γ) συντελεστής φόρου 28% (αντί 29%) για το τμήμα του ετησίου εισοδήματος από τα 20.000,01 έως τα 30.000 ευρώ,
δ) συντελεστής φόρου 36% (αντί 37%) για το τμήμα του ετησίου εισοδήματος από τα 30.000,01 έως τα 40.000 ευρώ,
ε) συντελεστής φόρου 44% (αντί 45%) για το τμήμα του ετησίου εισοδήματος πάνω από τα 40.000 ευρώ.

Ο φόρος που θα προκύπτει από την παρακάτω κλίμακα θα μειώνεται:

  • κατά 777 ευρώ, για κάθε μισθωτό και συνταξιούχο χωρίς εξαρτώμενα τέκνα.
  • κατά 810 ευρώ, για κάθε μισθωτό και συνταξιούχο με 1 εξαρτώμενο τέκνο.
  • κατά 900 ευρώ, για κάθε μισθωτό και συνταξιούχο με 2 εξαρτώμενα τέκνα.
  • κατά 1.120 ευρώ, για κάθε μισθωτό και συνταξιούχο με 3 εξαρτώμενα τέκνα.

Η νέα αναμορφωμένη φορολογική κλίμακα θα λαμβάνεται υπ’ όψιν για τον υπολογισμό των μηνιαίων κρατήσεων φόρου εισοδήματος επί των μισθών και των συντάξεων από την 1η-1-2020. Ως εκ τούτου από το νέο έτος οι κρατήσεις αυτές θα μειωθούν για εκατομμύρια μισθωτούς και συνταξιούχους.

Ειδικότερα, με την εφαρμογή της νέας φορολογικής κλίμακας οι μηνιαίες κρατήσεις φόρου εισοδήματος θα μειωθούν από την 1η-1-2020:

  • έως 14,75 ευρώ για όσους μισθωτούς και συνταξιούχους λαμβάνουν πάνω από 617 ευρώ κάθε μήνα και δεν βαρύνονται με τέκνα,
  • έως 13,33 ευρώ για όσους μισθωτούς και συνταξιούχους λαμβάνουν πάνω από 633 ευρώ κάθε μήνα και βαρύνονται με 1 τέκνο,
  • έως 35 ευρώ για όσους μισθωτούς και συνταξιούχους λαμβάνουν πάνω από 650 ευρώ κάθε μήνα και βαρύνονται με 2 τέκνα,
  • έως 37,50 ευρώ για όσους μισθωτούς και συνταξιούχους λαμβάνουν πάνω από 682 ευρώ κάθε μήνα και βαρύνονται με 3 τέκνα.

Οι μειώσεις αυτές θα προκαλέσουν ισόποσες αυξήσεις στα καθαρά ποσά αποδοχών που λαμβάνουν κάθε μήνα οι παραπάνω μισθωτοί και συνταξιούχοι.

14 Οκτ 2019

Προς κατάργηση ο έλεγχος των καταθέσεων!

Προς κατάργηση ο έλεγχος των καταθέσεων!

Χαρακτηρίζεται ως «εφεύρημα» και «παράδειγμα προς αποφυγή» να λειτουργούν τα αποτελέσματα των ελέγχων των τραπεζικών λογαριασμών ως συμπληρωματικά στοιχεία

Σήμερα, οι κινήσεις των λογαριασμών σε ελληνικές τράπεζες, δεν αποτελούν «συμπληρωματικά στοιχεία» των φορολογικών ελέγχων, και δεν μπορούν να παρατείνουν την περίοδο παραγραφής πέραν των πέντε ετών, γιατί με αποφάσεις του το ΣτΕ έκρινε, ότι τα στοιχεία ήταν διαθέσιμα στις ελεγκτικές αρχές και άρα οι φοροελεγκτές μπορούσαν να τα ελέγξουν, εντός της πενταετίας.

Δηλαδή μια ύποπτη κίνηση τραπεζικού λογαριασμού ενός φορολογούμενου π.χ. το έτος 2011, δεν μπορεί να αποτελέσει αφορμή φορολογικού ελέγχου.
Όμως, αν βρεθεί άλλο «συμπληρωματικό στοιχείο» π.χ. ένα πλαστό τιμολόγιο, η υπόθεση δεν παραγράφεται στην πενταετία αλλά στη δεκαετία και με αφορμή το πλαστό τιμολόγιο, η υπόθεση ανοίγει και γίνεται φορολογικός έλεγχος, στον οποίο ελέγχονται και οι καταθέσεις και όλες οι χρηματοοικονομικές συναλλαγές του ελεγχόμενου.

Το ίδιο ισχύει και για όσους έχουν ενταχθεί κατά καιρούς σε διάφορες περαιώσεις φορολογικών υποθέσεων. Εάν μπουν στο δείγμα του ελέγχου ή βρεθεί κάποιο συμπληρωματικό στοιχείο, τότε στον γενικότερο έλεγχο ελέγχονται και οι τραπεζικοί λογαριασμοί.

«Δένονται τα χέρια» των ελεγκτών

Η αποδυνάμωση του ελέγχου των καταθέσεων, θα «δέσει τα χέρια» ελεγκτικών αρχών, καθώς συνιστά το αποτελεσματικότερο εργαλείο στην προσπάθεια πάταξης της φοροδιαφυγής.

Το «Ειδικό Λογισμικό Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας» χρησιμοποιείται από τον Μάιο του 2017 για τον προσδιορισμό της συνολικής καθαρής ατομικής/οικογενειακής τραπεζικής περιουσίας για κάθε ΑΦΜ και τη σύγκρισή της με τα δηλωθέντα ατομικά/οικογενειακά εισοδήματα κατ’ έτος, έτσι ώστε εξάγεται εκτίμηση αποκρυβείσας ή μη φορολογητέας ύλης.

Το σύστημα εντοπίζει και επεξεργάζεται μόνο τα στοιχεία πρωτογενών καταθέσεων, δηλαδή των ποσών που εμφανίζονται για πρώτη φορά κατατεθειμένα στους τραπεζικούς λογαριασμούς κάθε ελεγχόμενου, καθώς έχει τη δυνατότητα να εξαιρεί από τα προς διασταύρωση στοιχεία μεταφορές κεφαλαίων από λογαριασμό σε λογαριασμό του ιδίου προσώπου, δάνεια και αντιλογισμούς. Μέσω αυτοματοποιημένων λογιστικών αλγορίθμων, το σύστημα μπορεί να συσχετίζει τα στοιχεία των πρωτογενών καταθέσεων με τα δηλωθέντα εισοδήματα μέσα σε λίγη ώρα, οδηγώντας σε κάποιες πρώτες ενδείξεις πιθανής φοροδιαφυγής.

Μέσω του «Λογισμικού», αντλούνται:

> Τα πρωτογενή δεδομένα που απέστειλαν τα πιστωτικά ιδρύματα της ημεδαπής και αφορούν στο σύνολο των χρηματοοικονομικών προϊόντων και των διενεργηθέντων σε αυτά αναλυτικών κινήσεων.
> Τα δηλωθέντα εισοδήματα του εκάστοτε ελεγχόμενου.

Η αυτοματοποιημένη επεξεργασία των δεδομένων (τραπεζικών και φορολογικών), υπολογίζει τις πρωτογενείς καταθέσεις, μέσω της χρήσης μηχανογραφικών ελεγκτικών εντολών, για κάθε φορολογικό έτος, καθώς και το άθροισμα του συνόλου των δηλωθέντων πραγματικών εισοδημάτων/εσόδων (φορολογητέων, αυτοτελώς φορολογημένων και αφορολόγητων) στα υπό έρευνα έτη.

Διευκρινίζεται πως, δεν υπολογίζονται ως πρωτογενείς καταθέσεις οι αντιλογισμοί, οι μεταφορές χρημάτων μεταξύ των τραπεζικών λογαριασμών του ελεγχόμενου, οι ανανεώσεις τραπεζικών και χρηματιστηριακών προϊόντων (Repos, αμοιβαία κεφάλαια, προθεσμιακές καταθέσεις), διάφορες συμψηφιστικές κινήσεις κ.α., καθώς δεν συνιστούν νεοεισερχόμενο χρήμα στους λογαριασμούς του.