Το σχέδιο των τραπεζών για την αναβίωση της καταναλωτικής πίστης με νέα κριτήρια χορήγησης δανείων
Την αναβίωση της καταναλωτικής πίστης επιδιώκουν τώρα οι τράπεζες, στο πλαίσιο του ευρύτερου σχεδιασμού τους για ενίσχυση της χρηματοδότησης της οικονομίας. Οι νέοι σχεδιασμοί των τραπεζών δίνουν ελπίδες χρηματοδότησης και στον τεράστιο αριθμό δανειοληπτών που μπήκαν στη «μαύρη» λίστα του Τειρεσία στα χρόνια της κρίσης, καθώς οι τράπεζες αντιλαμβάνονται ότι, αν μείνουν όλοι σε αποκλεισμό από νέα δάνεια, θα είναι πολύ δύσκολο να επανέλθει η καταναλωτική πίστη στην κανονικότητα.
Όπως αναφέρουν τραπεζικά στελέχη, μια εγγραφή δανειολήπτη στον Τειρεσία δεν οδηγεί πλέον αυτόματα στην απόρριψη του αιτήματος ενός δανειολήπτη για ένα στεγαστικό ή καταναλωτικό δάνειο, όπως συνέβαινε στο παρελθόν. Σε ένα τραπεζικό σύστημα, όπου σχεδόν τα μισά τραπεζικά δάνεια είναι προβληματικά, οι τράπεζες δεν έχουν τα περιθώρια να απορρίπτουν αυτόματα όσους έχουν μικρές ή μεγαλύτερες «σκιές» στο πιστωτικό ιστορικό τους, καθώς αυτό θα έκλεινε απελπιστικά τον κύκλο των νοικοκυριών που θα βρουν πρόσβαση σε στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια και θα κρατούσε σε στασιμότητα την καταναλωτική πίστη.
Έτσι, οι τράπεζες υιοθετούν ευέλικτα και πιο ουσιαστικά κριτήρια εξέτασης του πιστωτικού ιστορικού, στο πλαίσιο σύνθετων μοντέλων αξιολόγησης. Η προσπάθεια που γίνεται είναι να διακρίνονται οι… κατά συρροή κακοπληρωτές από αυτούς που είχαν μεν καθυστερήσεις στα δάνειά τους, χωρίς να έχουν οι ίδιοι το κύριο βάρος της ευθύνης για τις «σκιές» στο πιστωτικό ιστορικό τους, αλλά απλώς αποτέλεσαν θύματα της οικονομικής κατάρρευσης της τελευταίας δεκαετίας.
Αλλαγή κανόνων και κριτηρίων
Εξάλλου, έχουν αλλάξει πλέον και οι κανόνες του «Τειρεσία», με μείωση του χρόνου παραμονής δανειοληπτών στη μαύρη λίστα και διαφοροποίηση της παρουσίασης των επιμέρους στοιχείων, ανάλογα με το είδος της «κακής» εγγραφής.
Σε αντίθεση με τις πρακτικές του παρελθόντος, όπου γινόταν περισσότερο τυπικός, παρά ουσιαστικός έλεγχος της πιστοληπτικής ικανότητας κάθε δανειολήπτη, τώρα οι τράπεζες προσπαθούν να προσεγγίσουν με μεγαλύτερη ακρίβεια την οικονομική κατάσταση όσων ζητούν στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια και να προσδιορίσουν την πραγματική ικανότητά τους να αποπληρώνουν ένα νέο δάνειο.
Κλειδί σε αυτή την προσέγγιση αποτελεί η εισοδηματική κατάσταση, δηλαδή το διαθέσιμο εισόδημα του δανειολήπτη. Οχι μόνο όπως παρουσιάζεται στην τελευταία φορολογική δήλωση, αλλά σε βάθος αρκετών ετών, σε συνδυασμό με τις δαπάνες διαβίωσης.
Στόχος των τραπεζών είναι να υπολογίζουν με τη μέγιστη δυνατή ακρίβεια τη δυνατότητα κάθε υποψήφιου δανειολήπτη να αποπληρώνει ένα δάνειο.
Σε κάθε περίπτωση, οι τράπεζες επιχειρούν το νέο τους άνοιγμα στην καταναλωτική πίστη υιοθετώντας τα κριτήρια υπεύθυνου δανεισμού, έχοντας αντλήσει διδάγματα από τα λάθη του παρελθόντος. Οι εποχές των διακοποδανείων έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί, λένε τραπεζικά στελέχη, αλλά ένα νέο ζευγάρι θα βρει «ευήκοα ώτα» στις τράπεζες, αν ζητήσει ένα «λογικό» στεγαστικό δάνειο, ή ένα δάνειο για να αποκτήσει διαρκή καταναλωτικά αγαθά.
Για τους χιλιάδες δανειολήπτες που έχουν ρυθμίσει δάνεια και εμφανίζονται στη «μαύρη» λίστα του Τειρεσία, οι τράπεζες δεν είναι απορριπτικές. Εξετάζουν κριτήρια ουσίας, δηλαδή αν ο δανειολήπτης τήρησε τους όρους της ρύθμισης του δανείου και για πόσο καιρό εξυπηρετεί κανονικά τη ρυθμισμένη οφειλή του. Αν αποδεικνύεται συνεπής, η αξιολόγηση της αίτησης περνά στο επόμενο στάδιο, όπου κρίνεται επί της ουσίας η πιστοληπτική του ικανότητα.
Εξάλλου, οι τράπεζες διαθέτουν σήμερα νέα μέσα ηλεκτρονικής αξιολόγησης των αιτήσεων για δάνεια. Η Τράπεζα Πειραιώς, για παράδειγμα, βρίσκεται στο δρόμο προς την υιοθέτηση αυτοματοποιημένης διαδικασίας αξιολόγησης αιτήσεων για τα δάνεια λιανικής και στην ίδια κατεύθυνση κινούνται όλες οι συστημικές τράπεζες.
Υψηλά επιτόκια
Οι τράπεζες κάνουν ως τώρα την προσπάθειά τους για αύξηση των χρηματοδοτήσεων, επικεντρώνοντας πρωτίστως στα επιχειρηματικά δάνεια, όπου η πιστωτική επέκταση τείνει να σταθεροποιηθεί σε θετικό ρυθμό, ύστερα από πολλά χρόνια συρρίκνωσης.
Όμως, ο τομέας της καταναλωτικής πίστης δεν μπορεί να μείνει αναξιοποίητος, αφού όχι μόνο υπάρχουν πολλά περιθώρια αύξησης χορηγήσεων, αλλά και με επιτόκια δανεισμού εξαιρετικά «ζουμερά» για τις τράπεζες, κάτι που έχει ιδιαίτερη σημασία σε μια περίοδο, όπου κορυφαίος στόχος είναι η αποκατάσταση της τραπεζικής κερδοφορίας.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, τα υπόλοιπα δανείων στεγαστικής πίστης ήταν 56,1 δισ. ευρώ τον Μάρτιο και ο ρυθμός μείωσής τους σε ετήσια βάση ήταν 2,9%. Στην καταναλωτική πίστη, τα υπόλοιπα φθάνουν τα 18,3 δισ. ευρώ, ενώ ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής τους είναι πολύ μικρός, μόλις 0,7%, κάτι που σημαίνει ότι ίσως και εντός του έτους να δούμε θετικό ρυθμό μεταβολής των δανείων της κατηγορίας.
Σε μια εποχή μηδενικών επιτοκίων στην ευρωζώνη, τα επιτόκια νέων δανείων καταναλωτικής πίστης παραμένουν εξαιρετικά υψηλά. Σύμφωνα με την ΤτΕ, το μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια (κατηγορία που περιλαμβάνει τα δάνεια μέσω πιστωτικών καρτών, τα ανοικτά δάνεια και τις υπεραναλήψεις από τρεχούμενους λογαριασμούς) παρέμεινε τον Μάρτιο σχεδόν αμετάβλητο στο 14,61%.
Το μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων με συγκεκριμένη διάρκεια και κυμαινόμενο επιτόκιο αυξήθηκε κατά 16 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 8,82%. Το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο παρέμεινε αμετάβλητο στο 3,05%.