Τι αποκαλύπτει το Επιχειρησιακό Σχέδιο της ΑΑΔΕ – Πότε είναι ύποπτες οι καταθέσεις – Πώς ελέγχονται
Οι έλεγχοι των τραπεζικών καταθέσεων των φορολογουμένων αποτελούν κεντρική προτεραιότητα για το 2021, όπως αποκαλύπτει το Επιχειρησιακό Σχέδιο της ΑΑΔΕ για το τρέχον έτος.
Το σχέδιο εστιάζει στη διενέργεια δεκάδων χιλιάδων φορολογικών και τελωνειακών ελέγχων σε όλη την οικονομική δραστηριότητα, αλλά βασικός μοχλός κάθε μορφής ελέγχου είναι ο έλεγχος των τραπεζικών λογαριασμών των ελεγχόμενων.
Εκτός από τους γενικούς ελέγχους επί των τραπεζικών καταθέσεων, θα πραγματοποιηθεί και το άνοιγμα 630 τραπεζικών λογαριασμών, οι οποίοι σχετίζονται με σοβαρές υποθέσεις φοροδιαφυγής.
Ειδικότερα, στο Επιχειρησιακό Σχέδιο της ΑΑΔΕ για το 2021 αναφέρεται σχετικά ότι μέσα στους στόχους είναι και η «διενέργεια τουλάχιστον 630 υποθέσεων ερευνών φοροδιαφυγής από τις ΥΕΔΔΕ που σχετίζονται με ανοίγματα τραπεζικών λογαριασμών, επεξεργασίες κατασχεμένων στοιχείων και αρχείων, κυκλώματα έκδοσης και λήψης εικονικών φορολογικών στοιχείων, επεξεργασίας ψηφιακών αρχείων, ηλεκτρονικό εμπόριο κλπ.».
Πρόκειται για τη… special φοροδιαφυγή που διενεργείται από κυκλώματα τα οποία χρησιμοποιούν εξελιγμένες μεθόδους και εντοπίζονται δύσκολα. Ωστόσο, με το άνοιγμα των τραπεζικών λογαριασμών, η διαδικασία εντοπισμού διευκολύνεται σημαντικά.
Όλες οι καταθέσεις στο στόχαστρο
Ωστόσο οι έλεγχοι των τραπεζικών καταθέσεων δεν περιορίζονται μόνο στις συγκεκριμένες κατηγορίες, αλλά ο αριθμός των συγκεκριμένων ελέγχων είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου, σε σχέση με τον συνολικό αριθμό των ελέγχων των τραπεζικών και γενικά των χρηματοοικονομικών λογαριασμών.
Στόχος είναι ο εντοπισμός φοροδιαφυγής, μέσα από αδήλωτα εισοδήματα, εφόσον αυτά «περνάνε» μέσα από το τραπεζικό σύστημα.
Τους ελέγχους διενεργεί το «Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών» το οποίο είναι συνδεμένο με τα αρχεία των τραπεζών.
Εφόσον ο Χ φορολογούμενος ελέγχεται από τις φορολογικές αρχές για φοροδιαφυγή, μέσω του «Big Brother» των τραπεζικών λογαριασμών, αναζητούνται στοιχεία για τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του.
Τα στοιχεία διασταυρώνονται με εκείνα των φορολογικών δηλώσεων και αν προκύπτουν διαφορές ο υπόχρεος, καλείται για εξηγήσεις. Στην περίπτωση που, ο ελεγχόμενος δεν πείσει τους ελεγκτές για τη νομιμότητα προέλευσης των χρημάτων που βρέθηκαν στους λογαριασμούς του, τότε, το ποσό φορολογείται ως κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα.
Εκτός του φόρου επιβάλλονται πρόστιμο, προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής εάν αφορά σε προηγούμενα έτη, και φυσικά ειδική εισφορά αλληλεγγύης.
Στις περιπτώσεις το «χαράτσι» της Εφορίας για αδήλωτες καταθέσεις ξεπερνάει το 50% των ποσών και συνήθως κυμαίνεται από το 65% – έως και πάνω από το 90%, ανάλογα με την παλαιότητα.
Πότε είναι ύποπτες οι καταθέσεις
Σε ότι αφορά στον έλεγχο των τραπεζικών καταθέσεων, η ΑΑΔΕ επισημαίνει ότι η προσαύξηση της περιουσίας που προκύπτει από τον έλεγχο τραπεζικών λογαριασμών πρέπει να τεκμηριώνεται επαρκώς, καθόσον αναλήψεις / καταθέσεις μπορεί να αφορούν συναλλαγές-κινήσεις που δεν συνιστούν κατ’ ανάγκη φορολογητέο εισόδημα.
Έτσι, περαιτέρω μεταφορές χρηματικών ποσών μεταξύ τραπεζικών λογαριασμών εξετάζονται και διερευνάται ο λόγος που πραγματοποιήθηκαν οι συναλλαγές μεταφοράς των ποσών αυτών αφού προσκομίσει ο φορολογούμενος τα σχετικά έγγραφα.
Δηλαδή το θέμα που πρέπει να εξετάζεται, δεν είναι ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ ανάληψης και κατάθεσης στον ίδιο ή άλλο τραπεζικό λογαριασμό, αλλά αν τα αναληφθέντα ποσά υπερκαλύπτουν δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων ή λοιπών δαπανών, έτσι ώστε να μην δικαιολογούνται μεταγενέστερες καταθέσεις ίσου ή άλλου ποσού στον ίδιο ή άλλο λογαριασμό.
Σ’ αυτήν την περίπτωση μπορεί να αποδειχθεί και να τεκμηριωθεί από τον έλεγχο ότι, οι συγκεκριμένες αναλήψεις που έγιναν από τον φορολογούμενο από έναν ή περισσότερους λογαριασμούς δαπανήθηκαν για την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων ή λοιπών δαπανών οπότε δεν μπορεί να θεωρηθεί εφικτή η επανακατάθεση των ποσών αυτών σε ίδιους ή άλλους λογαριασμούς.
Επιπλέον, σημειώνει η ΑΑΔΕ, ο έλεγχος κρίνει και τεκμηριώνει εάν πρόκειται ή όχι για «πρωτογενείς καταθέσεις», δηλαδή για ποσά που προέρχονται από άγνωστη ή μη διαρκή ή μη σταθερή πηγή ή αιτία και δεν προέρχονται από αναλήψεις από άλλους τραπεζικούς λογαριασμούς.