Ελάχιστες αιτήσεις έχουν ολοκληρωθεί και εκφράζονται φόβοι για… μποτιλιάρισμα ως τα τέλη του έτους.
Επιβεβλημένη εκ των πραγμάτων θεωρούν στελέχη της τραπεζικής αγοράς την παράταση στην εφαρμογή του νόμου για την προστασία της πρώτης κατοικίας, καθώς οι μεγάλες καθυστερήσεις στην ενεργοποίηση της ηλεκτρονικής πλατφόρμας οδήγησαν στην απώλεια όλων των καλοκαιρινών μηνών και πλέον απομένει λίγος χρόνος, ως τα τέλη του έτους, για να γίνει η επεξεργασία μεγάλου αριθμού αιτήσεων.
Ο κίνδυνος να πέσει… στα βράχια η ρύθμιση για την προστασία της πρώτης κατοικίας, με σοβαρές συνέπειες για τους δανειολήπτες και τις τράπεζες, θα συζητηθεί στις συνομιλίες με τους επικεφαλής των Θεσμών, οι οποίες θα κρατήσουν ως την Τετάρτη και αναμένεται ότι η κυβέρνηση θα εξασφαλίσει μια, έστω διστακτική, έγκριση από τους Θεσμούς για μια μικρή παράταση ενός έως τρεις μήνες στην ημερομηνία λήξεως της ισχύος του νόμου.
Η Κομισιόν ήταν ήδη αρνητική στην καθιέρωση νέου πλαισίου για την προστασία της πρώτης κατοικίας μετά τη λήξη των σχετικών διατάξεων του νόμου Κατσέλη, αλλά τελικά ενέκρινε την καθιέρωση ενός νέου προστατευτικού πλαισίου, με περιορισμένη χρονική ισχύ, ώστε αμέσως μετά τη λήξη του να κινηθούν οι διαδικασίες για πλειστηριασμούς. Παρότι η νέα παράταση δεν χαροποιεί τα στελέχη της Επιτροπής, το πιθανότερο είναι ότι θα εγκριθεί, καθώς μια αποτυχία της ρύθμισης θα δυσκόλευε ακόμη περισσότερο την προσπάθεια μείωσης των «κόκκινων» στεγαστικών δανείων και θα στερούσε από δανειολήπτες και τράπεζες τη δυνατότητα να επιδοτηθούν από το Δημόσιο.
Τη σοβαρότητα της καθυστέρησης που έχει σημειωθεί ως τώρα καταδεικνύει η δήλωση που έκανε την προηγούμενη εβδομάδα ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, τονίζοντας ότι η ηλεκτρονική πλατφόρμα λειτουργεί πλέον κανονικά, όμως ως τώρα έχει ολοκληρωθεί η επεξεργασία μόλις 10 αιτήσεων. Σημειώνεται ότι οι τράπεζες έχουν στείλει χιλιάδες ειδοποιήσεις στους δυνητικά ενδιαφερόμενους πελάτες τους, για να προσέλθουν σε συζήτηση για μια ρύθμιση με βάση το νέο νόμο και αναμένεται ότι η ροή των αιτήσεων θα αυξηθεί τους επόμενους μήνες, με κίνδυνο να υπάρξει το γνωστό… μποτιλιάρισμα κοντά στη λήξη της προθεσμίας, στα τέλη του έτους.
Η ρύθμιση των δανείων με βάση το νέο νόμο μπορεί να γίνει με επιδότηση από το Δημόσιο, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να έχει κρίνει ήδη, από την περασμένη εβδομάδα, ότι αυτή η επιδότηση είναι συμβατή με τους ευρωπαϊκούς κανόνες για τον ανταγωνισμό. «Η επιδότηση ανέρχεται μέχρι 50% για τα στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια και 30% για τα επιχειρηματικά δάνεια, με μέγιστο ποσό ενίσχυσης 200 χιλιάδες ευρώ στην τριετία, σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Κανονισμό de minimis», τόνισε πριν από λίγες ημέρες σε δήλωσή του ο Χρ. Σταϊκούρας.
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το πρόγραμμα επιδότησης έχει ετήσιο προϋπολογισμό ύψους περίπου 132 εκατ. ευρώ και έχουν τεθεί αυστηρά κριτήρια επιλεξιμότητας όσον αφορά την αξία της πρώτης κατοικίας και του εισοδήματος του δανειολήπτη, ώστε να διασφαλίζεται ότι απευθύνεται μόνο σε όσους έχουν ανάγκη.
Οι επιλέξιμοι δανειολήπτες θα λάβουν επιχορήγηση υπό την προϋπόθεση ότι τα δάνειά τους είναι εξασφαλισμένα έναντι της κύριας κατοικίας τους και συνεχίζουν να πληρώνουν το υπόλοιπο μέρος της μηνιαίας πληρωμής τους. Εάν ο δανειολήπτης σταματήσει να εξυπηρετεί το δάνειό του, προβλέπεται ότι η τράπεζα θα μπορεί να ξεκινήσει τον πλειστηριασμό του ακινήτου. Όλες οι τράπεζες θα πρέπει να αναδιαρθρώσουν τα δάνεια των επιλέξιμων δανειοληπτών σύμφωνα με τις ίδιες απαιτήσεις που ορίζει το κράτος.
Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, όσον αφορά τα άτομα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ασκούν οικονομική δραστηριότητα, το μέτρο δεν συνεπάγεται κρατική ενίσχυση. Όσον αφορά τις τράπεζες που χορήγησαν τα δάνεια, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το καθεστώς θα προσφέρει ένα έμμεσο πλεονέκτημα διότι αυξάνει το ποσό αποπληρωμής που οι τράπεζες είναι πιθανό να λάβουν από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Η αξιολόγηση της Επιτροπής έδειξε ότι αυτή η έμμεση ενίσχυση δεν θα δημιουργούσε αδικαιολόγητες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, επειδή η ενίσχυση περιορίζεται στα αναγκαία για την επίτευξη του στόχου της να εξασφαλίσει ότι οι δανειολήπτες δεν θα χάσουν το σπίτι στο οποίο ζουν.